Μια μέρα, ένας σοφός Ινδιάνος έκανε την παρακάτω ερώτηση στους μαθητές του:
-Γιατί οι άνθρωποι ουρλιάζουν όταν εξοργίζονται;
-Γιατί χάνουν την ηρεμία τους, απάντησε ο ένας.
-Μα γιατί πρέπει να ξεφωνίζουν παρότι ο άλλος βρίσκεται δίπλα τους, ξαναρωτά ο σοφός.
-Ξεφωνίζουμε, όταν θέλουμε να μας ακούσει ο άλλος, είπε ένας άλλος μαθητής.
Και ο δάσκαλος επανήλθε στην ερώτηση:
-Μα τότε δεν είναι δυνατόν να του μιλήσει με χαμηλή φωνή;
Διάφορες απαντήσεις δόθηκαν αλλά.. καμιά δεν ικανοποίησε το δάσκαλο..
-Ξέρετε γιατί ουρλιάζουμε κυριολεκτικά όταν είμαστε θυμωμένοι; Γιατί όταν θυμώνουν δυο άνθρωποι, οι καρδιές τους απομακρύνονται πολύ… και για να μπορέσει ο ένας να ακούσει τον άλλο θα πρέπει να φωνάξει δυνατά, για να καλύψει την απόσταση… Όσο πιο οργισμένοι είναι, τόσο πιο δυνατά θα πρέπει να φωνάξουν για ν΄ ακουστούν. Ενώ αντίθετα τι συμβαίνει όταν είναι ερωτευμένοι; Δεν έχουν ανάγκη να ξεφωνήσουν, κάθε άλλο, μιλούν σιγανά και τρυφερά..
Γιατί; Επειδή οι καρδιές τους είναι πολύ πολύ κοντά. Η απόσταση μεταξύ τους είναι ελάχιστη. Μερικές φορές είναι τόσο κοντά που δεν χρειάζεται ούτε καν να μιλήσουν… παρά μονάχα ψιθυρίζουν. Και όταν η αγάπη τους είναι πολύ δυνατή δεν είναι αναγκαίο ούτε καν να μιλήσουν, τους αρκεί να κοιταχθούν. Έτσι συμβαίνει όταν δυο άνθρωποι που αγαπιούνται πλησιάζουν ο ένας προς τον άλλον.
Στο τέλος ο Σοφός είπε συμπερασματικά:
-Όταν συζητάτε μην αφήνετε τις καρδιές σας να απομακρυνθούν, μην λέτε λόγια που σαν απομακρύνουν, γιατί θα φτάσει μια μέρα που η απόσταση θα γίνει τόσο μεγάλη που δεν θα βρίσκουν πια τα λόγια σας το δρόμο του γυρισμού.